Οι «άγιοι του ελληνικού ποδοσφαίρου» δε μένουν πια εδώ, με τον τελευταίο, τον Εθνικάρα όλης της Ελλάδας, να παίρνει τη θέση του δίπλα στους υπόλοιπους. Ο Γιάννης Μαντζουράνης σε ηλικία 87 ετών, χτυπημένος από τον covid 19, πήρε μαζί του την πιο ωραία εποχή της ελληνικής κερκίδας. Οπαδός μιας από τις ιστορικότερες ομάδες της χώρας μας, του Εθνικού, έχαιρε της εκτίμησης όλων των συλλόγων αλλά και των οπαδών τους. Άλλωστε για να καταλάβεις τη διαδρομή κάποιου θα πρέπει να δεις και ποιοι τον αποχαιρετούν στη φυγή του.
Για τον Εθνικάρα λοιπόν μίλησαν όλοι, πως θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά άλλωστε, όταν μιλάμε για έναν άνθρωπο που ταξίδεψε στα γήπεδα όλης της χώρας για να βλέπει την ομάδα του. Εκφραστής και ο ίδιος της κουλτούρας που θα έπρεπε να έχουν όλοι οι έλληνες φίλαθλοι, έδειξε το σεβασμό του προς όλους και πήρε το σεβασμό όλων. Πρόλαβε να δει την ομάδα της καρδιάς του να αφήνει το βαθύ της στίγμα στο ελληνικό ποδόσφαιρο, ενώ ακόμη και όταν άρχισε να παίρνει σβάρνα τις χαμηλές κατηγορίες, αυτός ήταν πάντα εκεί. Για να δείξει τη δική του ανιδιοτελή -και στα όρια του μύθου- λατρεία στον Εθνικό του. Όποιος έζησε την εποχή των 80’ς και 90’ς, είδε τους οπαδούς των άλλων ομάδων να σταματάνε να φωνάζουν, να του δίνουν χώρο και χρόνο για να φωνάξει και μετά να συνεχίζουν. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ένδειξη σεβασμού απέναντι στον αντίπαλο οπαδό. Εμείς ως onthespotmag θα του ευχηθούμε «καλό ταξίδι» στην κερκίδα των ουρανών και δύναμη στους οικείους του.
Άντε ρε «Εθνικάρααααααααααααααααααααααααααααααααααααααααααα…»
Βόλτα στον Πειραιά με τον Αντουάν
Δεν υπάρχει περίπτωση για όποιον έχει βρεθεί στα γήπεδα του Πειραιά, να μην έχει συναντήσει τον Αντουάν. Ο θρυλικός Αντώνης Τσιγκάνης είναι μια από τις μορφές που άφησε την υπογραφή του στις κερκίδες του Πειραϊκού ποδοσφαίρου. Θα πήγαινες στην Προοδευτική, θα πήγαινες στο Μοσχάτο, στις Σιταποθήκες, θα τον έβρισκες εκεί. Θα τραγούδαγε, θα έλεγε τα ανέκδοτα του, θα έκανε τις μιμήσεις του και φυσικά θα πούλαγε τους λαχνούς του παρέα με την κλήρωση που είχε πάντα ως έπαθλο ένα μπουκάλι ουίσκι (το οποίο βέβαια δεν έπαιρνες ποτέ, αλλά εκείνος θα έβγαζε τα προς το ζην).
Ο Αντουάν, πέρα από τα γήπεδα, γύρναγε όλη την Αθήνα για να μπορέσει να βγάλει τη μέρα του. Βλέπετε αυτοί οι άνθρωποι ζούσαν μέρα με την ημέρα, για αυτό και η άποψη τους για τη ζωή ζύγιζε βαρύτερα απ’ όσων κάθονται στα στρογγυλά γραφεία τους και παίρνουν τους μεγάλους μισθούς.
Αποφάσισε να ξεκινήσει το μεγάλο ταξίδι στις 10 Ιανουαρίου του 2017 και η μεγάλη αλήθεια που μπορούμε να πούμε είναι ότι λείπει. Την εποχή που διανύουμε ο βασιλιάς των σπορ έχει ανάγκη από τέτοιες μορφές. Λείπουν πλέον οι άνθρωποι που θα μπουν στην κερκίδα και θα μας πάρουν από τη μιζέρια μας…
Ο Αλέκος η Χάιδω και ο Στέφανος
Εδώ και κάποια χρόνια έπαψε να είναι μαζί μας ο κυρ-Αλέκος, μια από τις πιο ευγενικές μορφές που έχω συναντήσει σε Λεωφόρο και Ο.Α.Κ.Α. Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην έχει αγοράσει χαρτομάντηλα με το σήμα του Παναθηναϊκού. Το «πάρε ένα, πάρε ένα, πάρε ένα», εκτός του ότι θα ακούγεται για πολύ καιρό ακόμη, δε σταματάει να ηχεί στα αυτιά μας ακόμη και σήμερα. Στη μνήμη του αξίζει να αναφέρουμε πως ήταν και οπαδός της Δόξας Βύρωνα, με την παρουσία του στα κάγκελα να ξεχωρίζει και να είναι αφορμή για τρελά πειράγματα.
Πάμε πιο βόρεια κατά Καυτανζόγλειο μεριά, με τον Ηρακλή να επιστρέφει και τη Χάιδω να κάνει τα κουμάντα της. Ίνδαλμα της ο τεράστιος Βασίλης Χατζηπαναγής και αφορμή για το κόλλημα της ο άνδρας της. Αντί συνέχειας στην αναφορά του κειμένου θα σας παραθέσουμε τις δηλώσεις της: «Όσο με βαστούν τα πόδια μου, αγόρι μου, θα έρχομαι. Εγώ δεν αγαπάω τον Ηρακλή, αγαπάω την ιδέα του. Ένα πράγμα θέλω. Να τον δω να ανεβαίνει και ας πεθάνω μετά». «Έφευγα από την Χαλκιδική, τα παράταγα όλα το Σαββατοκύριακο, οικογένεια, σπίτι και ερχόμουν να δω τον Ηρακλή. Ο αδερφός μου δεν ασχολούνταν με το ποδόσφαιρο, μόνο εγώ. Η μάνα μου με άφηνε γιατί αν δεν το έκανε θα την τυραννούσα όλη μέρα».
Σειρά έχει ο Στέφανος και η θρυλική σημαία του Παναθηναϊκού, που κυμάτιζε σε όλα τα γήπεδα που έπαιζε το τριφύλλι. Ένας ανιδιοτελής Παναθηναϊκός, ένας οπαδός με την πιο γλυκιά έννοια του όρου.
Ο Αττίλιο και ο ΠΑΠΑ-ΠΑΟΚ
Ο Αττίλιο (κατά κόσμον Βασίλης Δουρίδας) έφυγε από τη ζωή το 1994, αλλά ζει μέσα από την ιαχή «Ολυμπιακός-Ολυμπιακός» που ακολουθούσε τον ήχο της τρομπέτας του. Ο Ατίλιο, συνελήφθη μάλιστα για την αγαπημένη του ομάδα τον Απρίλιο του 1972 από τη Χούντα των Συνταγματαρχών όταν ύστερα από ένα ματς με τον Ολυμπιακό Βόλου παρότρυνε τον κόσμο να μην διαλυθεί, όπως διέταξε η Αστυνομία. Καταδικάστηκε σε 4μηνη φυλάκιση για «διά διέγερσιν εις απείθειαν», αλλά άσκησε έφεση και αφέθηκε ελεύθερος. Όταν ξεκίνησε το ταξίδι για τις αιώνιες θάλασσες, ήταν μόλις 52 ετών.
Πάμε τώρα στον ΠΑΠΑ-ΠΑΟΚ που θα τον βρείτε στην Τούμπα να παρακολουθεί τον αγαπημένο του Δικέφαλο του Βορρά. Ο πάτερ Χρήστος Μήτσιος ακολούθησε το δρόμο του Θεού όταν στα 17 του έχασε τον κολλητό του. Η αγάπη του, όμως, για τον Δικέφαλο δεν χάθηκε στο πέρασμα των χρόνων. Και δεν θα διστάσει να τα… ψάλει όταν κάτι δεν πηγαίνει καλά. Ενώ έχει ξεχωριστό φιλανθρωπικό έργο, όντας ο ποιμένας αυτών που τον έχουν ανάγκη.
Ο ροκ-σταρ Μητσάρας
Για το τέλος άφησα τον Μητσάρα, έναν άνθρωπο που πέρα από τα γήπεδα της Καλλιθέας και της Νέας Σμύρνης ήταν παντού. Με τα πλακάτ και τη φωνή του έδινε τον δικό του ξεχωριστό τόνο στην πολιτική και τη μπάλα. Ο τρόπος που επέλεξε να εξαφανιστεί από το προσκήνιο, είναι μυθικός από μόνος του και μας αφήνει να πιστεύουμε πως ζει και θα ζει πάντα μέσα από την παρουσία του και τα πλακάτ του.
Αντί επιλόγου
Το μόνο που μπορεί να πει κανείς σε αυτούς τους ανθρώπους, είναι ένα πολύ μεγάλο ευχαριστώ για όσα έδωσαν μέσα από την ψυχή τους και έκαναν τις Κυριακές μας ηλιόλουστες.