Οι έμπειροι παρατηρητές του Ψυχρού πολέμου είχαν κατανοήσει από νωρίς την ουσία του. Η πολεμική σύγκρουση δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ λόγω της ύπαρξης της μόνιμης απειλής ότι θα υπάρξει. Ένα αντίστοιχο δόγμα φαίνεται να δοκιμάζεται πολλαπλά τους τελευταίους μήνες στην Ουκρανία. Οι συνομιλίες της περασμένης εβδομάδας μεταξύ αμερικανικού και ρωσικού παράγοντα, περισσότερο θόλωσαν, παρά σταθεροποίησαν τάσεις. Την περασμένη εβδομάδα παραδόθηκε στον Ρώσο υφυπουργό Εξωτερικών Αλεξάντρ Γκρουτσκό, γραπτή απάντηση των ΗΠΑ από τον πρεσβευτή τους στη Μόσχα Τζέικ Σάλιβαν. Ουσιαστικά, πρόκειται για τα δύο σχέδια διεθνών συνθηκών, με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ αντίστοιχα. Η ρωσική πλευρά που ανησυχούσε ότι οι ΗΠΑ χρησιμοποιούσαν παρελκυστική τακτική για προφανείς λόγους, προφανώς και δεν μπορεί να είναι ικανοποιημένη. Είχαν προηγηθεί δύο μήνες διαβουλεύσεων που περιελάμβαναν μεταξύ άλλων, βιντεοδιάσκεψη του Τζο Μπάιντεν με τον Βλαντίμιρ Πούτιν, διά ζώσης συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν και Σεργκέι Λαβρόφ και τρεις συναντήσεις στο επίπεδο του στρατηγικού διαλόγου ΗΠΑ-Ρωσίας στη Γενεύη, στο Μικτό Συμβούλιο ΝΑΤΟ-Ρωσίας στις Βρυξέλλες και στο πλαίσιο του ΟΑΣΕ στη Βιέννη.
Σε δηλώσεις του ο Λαβρόφ κατέστησε σαφές ότι στο βασικό ζήτημα της ρωσικής πλευράς, δηλαδή την παροχή εγγυήσεωνσε νομικά δεσμευτική γλώσσα, ότι δεν θα υπάρξει περαιτέρω διεύρυνση του ΝΑΤΟ (βασικά στην Ουκρανία και τη Γεωργία), δεν υπήρξε θετική ανταπόκριση. Δευτερευόντως αναγνώρισε ότι σε “περιφερειακά” ζητήματα δημιουργείται πεδίο διαλόγου. Σε κάθε περίπτωση, η ρωσική πλευρά πιθανά «αγοράζει πολτικό χρόνο» ώστε να φθαρεί σε βάθος χρόνου η απέναντι πλευρά, που βρίσκεται σε καθεστώς παρατεταμένου συναγερμού εδώ και δύο μήνες. Λιγότερο πιθανό είναι το σενάριο της «εύσχημης οπισθοχώρησης» της Ρωσίας, από μία κατάσταση που ακροβατεί σε τεντωμένο σχοινί και δεν είναι βέβαιο ότι μπορεί να ακολουθήσει μέχρι τέλους.
Το ΝΑΤΟ, μέσω του γενικού γραμματέα Γενς Στόλτενμπεργκ, απέρριψε κάθε συζήτηση για το δικαίωμα της Συμμαχίας να προχωρήσει σε διευρύνσεις, όπως ζητούσε επίμονα η ρωσική διπλωματία σε όλα τα επίπεδα. Αντίθετα, έθεσε θέμα αποχώρησης των ρωσικών δυνάμεων από χώρους που δυνητικά μπορούν να προκαλέσουν ανάφλεξη, ήτοι από την Αμπχαζία, τη Νότια Οσετία και την Υπερδνειστερία.
Σε κάθε περίπτωση, η ρωσική διπλωματία δεν έμεινε ανενεργή. Κάπου εκεί ενέπλεξε και τον ΟΑΣΕ, αφού ο Λαβρόφ ανακάλεσε τις Διακηρύξεις της Κωνσταντινούπολης του 1999 και της Αστάνα του 2010, οι οποίες από τη μία βεβαιώνουν το δικαίωμα των κρατών της Γηραιάς Ηπείρου να προχωρούν στις στρατιωτικές συμφωνίες που επιθυμούν, θέτοντας ταυτόχρονα περιορισμό στους συνυπογράφοντες πως κάθε τέτοια συμφωνία σε καμία περίπτωση δεν θα στρέφεται κατά της ασφάλειας εμπλεκομένων κρατών.
Δεν θα πρέπει να περάσει απαρατήρητη και η έντονη κινητικότητα των ρωσικών δυνάμεων, μέσω κυρίως ναυτικών ασκήσεων που πραγματοποιούν, με έξοδο όλων των πολεμικών σκαφών του στόλου της Αρκτικής, της Βαλτικής, του Ευξείνου και του Ειρηνικού, με ανάπτυξη στον Ατλαντικό και τη Θάλασσα του Οχότσκ. Είναι η μεγαλύτερη συγκέντρωση πλοίων στη Μεσόγειο απο την εποχή της Σοβιετικής Ένωσης.
Τουρκία και Κίνα σε κίνηση
Σε περιφερειακό επίπεδο, η Τουρκία διατηρεί καλό επίπεδο σχέσεων, τόσο με την Ρωσία όσο και με την Ουκρανία, ωστόσο διατυπώνοντας ανοικτά τη διαφωνία της σχετικά με τη ρωσική πολιτική στη Συρία και στη Λιβύη καθώς και στην προσάρτηση της Κριμαίας το 2014. Επίσης, παρά τη συνεργασία με την Ρωσία σε θέματα ενέργειας αλλά και άμυνας, δεν δίστασε να προμηθεύσει με εξελιγμένα drones την Ουκρανία, πράξη που προφανώς και εξόργισε τον ρωσικό παράγοντα. Τέλος, σε κάθε ευκαιρία ο Ερντογάν δηλώνει την πίστη του στην ευρωατλαντική συμμαχία (ΝΑΤΟ), ενώ την ίδια στιγμή εξαπολύει βέλη μέσω των υπουργών Εξωτερικών και Άμυνας προς την Ελλάδα με τις γνωστές αιτιάσεις περί θαλάσσιων ζωνών και εναέριου χώρου.
Εμφανής σε κάθε σημείο κλιμάκωσης στον παγκόσμιο χάρτη είναι αφενός η συσπείρωση των ευρασιατικών δυνάμεων (Κίνα, Ρωσία, Ιράν) και αφετέρου, η χαλάρωση της εσωτερικής συνοχής του ατλαντικού άξονα και της αποκοπής της Ευρωπαϊκής Ένωσης. από τους γείτονές της στα ανατολικά. Η ακύρωση της λειτουργίας του υποθαλάσσιου αγωγού ρωσικού φυσικού αερίου NordStream2 (ο οποίος ολοκληρώθηκε εντός του 2021) αποτελεί κεντρικό διακύβευμα, βραχυπρόθεσμα για να μην απαξιωθεί πλήρως η Ουκρανία ως οδός διαμετακόμισης ενέργειας προς την Ευρώπη, αφετέρου για να μην αποκτήσει η Γερμανία το αβαντάζ μιας “ειδικής σχέσης” με την ευρασιατική ολοκλήρωση. Το Βερολίνο επιθυμεί διακαώς να εξαιρέσει τον NordStream2 από πιθανή δέσμη κυρώσεων κατά της Ρωσίας, όμως αντιμετωπίζει πρόβλημα διγλωσσίας, αφού οι σοσιαλδημοκράτες του καγκελαρίου Σολτς δηλώνουν ότι μελετούν όλα τα ενδεχόμενα, την ίδια ώρα που οι Πράσινοι της υπουργού Εξωτερικών Μπέρμποκ, μαζί με τους συγκυβερνώντες Φιλελευθέρους, εμφανίζονται καταφανώς ατλαντιστές.
Τέλος, η Κίνα αποτελεί τον x factor, προς ώρας κινείται σε χαμηλές στροφές αφού έχει μπροστά της βραχυπρόθεσμα την τέλεση των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων του Πεκίνου μέσα στον Φεβρουάριο και μεσοπρόθεσμα τη σύγκληση του (ανά πενταετία) συνεδρίου του Κομμουνιστικού Κόμματος το φθινόπωρο, οπότε και αναμένεται να εγκριθεί η τρίτη ηγετική θητεία του Σι Τζινπίνγκ. Η πραγματοποίηση κοινών ναυτικών ασκήσεων με τη Ρωσία και το Ιράν στον Ινδικό Ωκεανό, μέχρι την πρόσκληση του Βλαντίμιρ Πούτιν ως τιμώμενου προσκεκλημένου στην έναρξη των Ολυμπιακών Αγώνων δείχνει ευκρινώς την πυξίδα τους. Η έλευση του Πούτιν στο Πεκίνο «μυρίζει» υπογραφή διμερούς συμφωνίας για τον αγωγό Power of Siberia, που θα τροφοδοτεί την Κίνα με αέριο από κοιτάσματα, που αξίζει να σημειωθεί ότι μέχι σήμερα κατέληγαν στην ευρωπαϊκή αγορά.
Κλείνοντας, να σημειώσουμε σχετικά ότι παρά το ότι τα βλέμματα είναι σταθερά προσηλωμένα στην Ουκρανία, οι κλιμακούμενες εντάσεις περί την Ταϊβάν αποτελούν ένδειξη «κόκκινου συναγερμού» και σινιάλο ότι τα σημεία ενεργοποίησης μιας σοβαρής ανάφλεξης μεγάλου μεγέθους είναι περισσότερα του ενός. Αν σε όλα τα παραπάνω προσθέσουμε και την πυρηνική ισχύ των εμπλεκομένων μερών, η έννοια του Alert αποκτά τη μέγιστη προσοχή.
Η Γεωπολιτική είναι μαραθώνιος και όχι δρόμος ταχύτητας και το Ουκρανικό ζήτημα το επιβεβαιώνει πλήρως.