Η πυρκαγιά του προηγούμενου Σαββάτου στη Βούλα, ουσιαστικά εντός αστικού ιστού δηλαδή, ανέδειξε εκ νέου το σαθρό πλαίσιο λειτουργίας του συστήματος Πολιτικής Προστασίας. Ήταν η φυσιολογική συνέχεια της κακοκαιρίας Ελπίδας του περασμένου Φεβρουαρίου, της περσινής καταστροφής της Βόρειας Εύβοιας και Αττικής, της θεομηνίας Μήδεια του ’21, του Ιανού του Σεπτέβρη του ’19, του όλεθρου στο Μάτι το 2018.
Δυστυχώς, δεν έχουμε διδαχθεί απολύτως τίποτα. Οι πάγιες ανάγκες σε μόνιμο ανθρώπινο δυναμικό για κάλυψη των απαραίτητων παραπέμπονται στις καλένδες. Υποτίθεται ότι οι μεταμνημονιακές ανάγκες του κράτους σε αυτόν τον τομέα θα εξορθολογίζονταν προς τα πάνω αλλά και εδώ ισχύει ο δήθεν κανόνας «τόσα έχω, τόσα δίνω, τι να κάνουμε:»
Οι κυβερνήσεις κάθε φορά, εξαγγέλλουν ένα σχέδιο για ξεκαθάρισμα των αρμοδιοτήτων των εμπλεκομένων. Σε όλα τα υποτιθέμενα σενάρια, η κρατική μηχανή θα είναι «σε επιφυλακή, πιο έτοιμη από κάθε άλλη φορά». Η συνέχεια είναι γνωστή και δυστυχώς, οδυνηρή.
Δημιουργήθηκε επί τούτου, ενα νέο υπουργείο, για την κλιματική κρίση και την Πολιτική Προστασία. Ο νόμος 4662/20 έπρεπε (πολύ σωστά) να αποτελούσε το επίκεντρο, όμως τελικά οι προβλέψεις του δεν εφαρμόστηκαν. Η περίφημη «μεταφορά πεδίων πολιτικής» προς της Τοπική Αυτοδιοίκηση υπάρχει μόνο σε επίπεδο ευχής, ανεξάρτητα του γεγονότος ότι είναι ο πυρήνας της πολιτικής ουσίας. Η πολιτική όμως, έχει πάψει εδώ και δεκαετίες να αποτελεί τη γενεσιουργό αιτία προόδου γιατί στη θέση της κυριαρχεί το κομματικό ημίμετρο και η εκατέρωθεν εμπάθεια και αμφισβήτηση προθέσεων.
Επανερχόμενοι λοιπόν στο θέμα της Αντιπυρικής Προστασίας, φαίνεται ότι για ακόμη ένα καλοκαίρι το κυρίαρχο ερώτημα θα είναι «τίνος είναι τούτη η πυρκαγιά;».