*Το αφιέρωμα για τον καλλιτέχνη που άλλαξε τα μουσικά δρώμενα της χώρας δημοσιεύτηκε αρχικά στο onthespotmag.gr
από τον Γιώργο Θέο
Άντε και καλή τύχη, μάγκες
Ήταν ένα τυπικό χειμωνιάτικο πρωινό του Δεκέμβρη και χτύπησα το κουδούνι στη γκαρσονιέρα του Στέλιου στη Νέα Σμύρνη. Όπου Στέλιος, ο μουσικός μου διαμοιρασμός μεταξύ Χάρη Λεμονόπουλου και Λεντ Ζέπελιν, η κοινωνιολογική και πολιτική αναμόχλευση θεωριών και κειμένων από Μαρξ μέχρι Άνταμ Σμιθ, η σύγκριση Μίμη Δομάζου από εμένα και Γιώργου Κούδα εκ μέρους του, για προφανείς οπαδικούς λόγους. Ο φραπές στον Γαλαξία ήταν το must πριν τραβηχτούμε στην Πάντειο εν συνεχεία, για τα μαθήματά μας.
«Οι ειδήσεις λένε πως πέθανε ο πρίγκηπας» είπε, ανοίγοντας την πόρτα. Είχε φτάσει λοιπόν η ώρα του αποχωρισμού, αυτού που ο ίδιος ο Παύλος είχε προαναγγείλει χρόνια πριν, κάπου στο 1978, δημιουργώντας το Εν κατακλείδι:
“Και τώρα φίλοι μου είναι αργά, μια καληνύχτα στη μαμά και λίγη στάχτη στα μαλλιά, καιρός να πούμε αντίο”Πολύωρη οδύσσεια, 040 και Πειραιάς-Σύνταγμα, Αθήνα-Νέα Φιλαδέλφεια και μετά ποδαρόδρομο μέχρι το νεκροταφείο του Κόκκινου Μύλου. Παραμείναμε μακριά από το πλήθος, παρατηρώντας το τυπικό τελετουργικό και καταγράφωντας βουβές εικόνες. Σιωπηλά είπαμε το Αντίο στον δικό μας ροκ πρίγκηπα, τον ασυμβίβαστο ροκά, τον μεταθανάτιο ήρωα. Θυμάμαι τη στωική φιγούρα του Γιάννη Μαρκόπουλου να φαντάζει επιβλητική και αγέρωχη. Ήταν ο μόνος από τους κορυφαίους του χώρου που αναγνώρισε την καλλιτεχνική του αξία και τίμησε τον Παύλο εν ζωή, μέσα από τις συνεργασίες τους στα μέσα των δεκαετιών ’70 και ’80.
Η κατάρα της σύγχρονης Ελλάδας, η απόδοση τιμών με την ασφάλεια της απόστασης, το πνευματικό έργο Τέχνης που αποσιωπάται εντός του τείχους της Ζωής, η εσκεμμένη προσπάθεια της απαξίωσης όχι μέσω της κατάθεσης ψυχής, αλλά μέσω της κυνικής προβολής του αυτοκαταστροφικού πεδίου του ήρωα.
Αυτό ήταν ο Παύλος για μια κοινωνία που ακροβατούσε ανάμεσα στα πολιτιστικά υποπροϊόντα και τη ραγδαία εξάπλωση του λαϊκισμού που οδήγησε στην επιβολή του ευτελούς ως δείγμα “πολιτισμού”.
Συστήθηκε με την απλότητα του δημιουργού, στάθηκε απέναντι στο εύκολο, δεν προσποιήθηκε για να κρύψει τις αδυναμίες του. Τα υπέροχα μάτια που εξωτερίκευαν την καθαρότητα και την αγνότητα των ενδότερων παραμενουν σημείο αναφοράς και φάρος υπόμνησης. Μία γραφή που σε μία προοδευτική κοινωνική παιδευτική διαδικασία θα έπρεπε να περιλαμβάνεται στα προς διδαχή μαθήματα, αυτά που ως στόχο έχουν την κατάκτηση της αληθινής γνώσης και όχι την επανάληψη χιλιειπωμένων μοτίβων που παγιδεύουν το μυαλό σε μόνιμη απορρυθμιστική λειτουργία.
Παρατήρησε, έγραψε, μίλησε, τραγούδησε, ταξίδεψε. Πάντρεψε τις εναλλακτικές μορφές μουσικής σε μία πρωτοποριακή ενιαία μορφή, το ρεμπέτικό έγινε ροκ, το ροκ έφτασε στο λαϊκό, το ανατολίτικο αναμοχλεύθηκε με τους Άνιμαλς, η ψυχεδέλεια μετουσιώθηκε σε σπουδαία ποίηση. Ακόμα και το εγχώριο “συνάφι” του, στάθηκε αμήχανο απέναντι σε αυτή την πηγαία δημιουργία που παραμένει αξεπέραστη. Σε μεγάλο ποσοστό τον φθόνησε και προσπάθησε να τον αποδομήσει.
Ο Παύλος Σιδηρόπουλος παραμένει κάπου εδώ δίπλα μας. Παίζοντας ροκ εντ ρολ στο κρεβάτι, ντύνοντας σκοτεινούς κλόουν σε γκρι και μαύρο τοπίο. Θα τον βρείτε να συνομιλεί περι δικαίων και αδίκων με τύπους του περιθωρίου, ατόφιους θυμοφιλοσόφους σαν τον Μπάμπη τον Φλου. Να παίζει με την κιθάρα του για τη μούσα του, την Γιόλα, αυτή που τον οδήγησε στον κόσμο των παραισθήσεων, εντείνοντας την καλλιτεχνική του απογείωση αλλά που δεν τον αγάπησε με το εύρος του Απόλυτου όπως εκείνος. Του είπε πως θα φύγει αλλά αυτός την κράτησε σφιχτά μαζί του μέχρι το μεγάλο εξόδιο ταξίδι, η αγνότητα συναισθημάτων είναι προϋπόθεση για να αποτινάξεις το φθαρτό, να πραγματοποιήσεις την προσωπική σου υπέρβαση, το μονοπάτι για τον Γολγοθά είναι αυστηρά προσωπικό.
Ο πιτσιρικάς του Σήμερα κοιτά στα μάτια την άγουρη αλλά αθώα μούσα του. Ζητώντας της πράγματα απλά, αυτονόητα, αληθινά. Μέσα από τα λόγια του Παύλου.
από την Αθηνά Παππά
Μη μου μιλάς για κόλαση
Εν αρχή ήν ο Παύλος
Εν αρχή ήν ο Παύλος, εν συνεχεία η αλλαγή, εν κατακλείδι η απώλεια. Τον γνώρισα όταν ήδη είχε φύγει για νέα underground ταξίδια. Όλα έμοιαζαν σαν ένα νέο ρεύμα να ξεκινά, ένα ρεύμα όμως που ήδη έκλεινε τον πρώτο κύκλο του και άνοιγε μεγαλύτερο.
Από το μαθηματικό θεσσαλονίκης, στον αντιδικτατορικό αγώνα, από εκεί στο εργοστάσιο του πατέρα του και το στοίχημα της δραπέτευσης. Πίσω εξάρχεια-μοναστηράκι, δεν είναι η δόξα, η φήμη τα λεφτά. Είναι η τροφή για σκέψη, αυτό οδήγησε τον Παύλο στη μουσική. Ένα μέσο που δε χειραγωγεί αλλά ελευθερώνει την αντίληψη, κάτι που στην εκπαίδευση το αναζήτησε επί ματαίω.
Πίστη, αυτό χαρακτήριζε τον πρίγκιπα. Ένας θρύλος, με όλα τα στοιχεία του επαναστάτη, αθεράπευτα ρομαντικός, αφοσιωμένος, κυνικά ειλικρινής, με πολιτικό λόγο που δεν κατηγοριοποιείται. Βαθιά δημοκρατικός και ανθρώπινος, μα πάνω απ΄όλα ασυμβίβαστος, το οποίο διαφαίνεται ξεκάθαρα στην αναφορά του για την αλλοτρίωση καλλιτεχνών προκειμένου να ικανοποιήσουν τους «κεφαλαιούχους »υποστηρικτές τους. Όπως έπραξε όταν ο Μίκης Θοδωράκης κατήγγειλε την εγκαθίδρυση της κουλτούρας της ροκ, αλλά και με ολόκληρη τη γενιά του πολυτεχνείου. Κατέκρινε την υποκρισία, τη σαπίλα της βολής που επικράτησε στη μεταπολίτευση. Η ώρα της αμοιβής και τα ερπετά αναρριχώνται, η ώρα της αμοιβής, και η δημοκρατία γινηκε φθηνό αλισβερίσι, στρασάτων πορτοφολιών.
Ένας μεγαλοαστός στις underground γειτονιές, να αγκαλιάζει τους περιθωριοποιημένους, να γίνεται ο δρόμος οδηγός και το πεζοδρόμιο στέγη. Παρ’ όλο που τον τοποθετούν στους αγίους των Εξαρχείων, πίσω από το τρίπτυχο αποδόμησης “αναρχία, εξάρχεια, ναρκωτικά”, ο Παύλος δεν υπήρξε ποτέ αναρχικός, δε θα του το επέτρεπε το ευγενές πνεύμα του. Βαθιά ανθρώπινος μόνο, με την απλή λογική του δίκαιου της ισότητας των ευκαιριών. Όσο για τα ναρκωτικά, στη δεκαετία που το «trainspotting» της ηρωίνης γίνεται η μάστιγα μιας ολόκληρης γενιάς, εκείνος μπλέκει με σκοπό να σώσει την αγαπημένη του. Αφελές μεν, αλλά αυτός ήταν, ένας μοναχικός ήρωας, που αγαπούσε ολοκληρωτικά και εξιλεωνόταν μέσα από τον έρωτα. Θα αποδείκνυε στην αγαπημένη του μούσα, ότι μπορούσαν να ξεφύγουν-μαζί!
Μέσα από μια περίοδο παρατήρησης όπως εκείνος ονομάζει, καταγγέλει με όσους τρόπους μπορεί, την ίδια την ηρωίνη, το παρεμπόριο και τα κλειστά μάτια των αστυνομικών αρχών. Δεν κρύβει τον εθισμό και προσπαθεί να αποτρέψει κάθε νέο από τον κυκεώνα αυτόν. Το δικό του μονοπάτι με προορισμό την αυτοτέλεια. Δημιουργεί το δίσκο Εν λευκώ ο οποίος θέτει για πρώτη φορά όλη την αθέατη πλευρά της τοξικοεξάρτησης ως έχει, με κάθε ωμότητα σε εικόνα, με κάθε αλήθεια που τα ταμπού της εποχής αλλά και τα συμφέροντα αρνιόντουσαν να αντιμετωπίσουν κατ ουσιάν το εμπόριο ηρωίνης. Πάρα ταύτα. λογοκρίνεται, ότι προβάλλει τα ναρκωτικά μέσω από το τραγούδια η Κ (Πες μας τι θα γίνει αν κάποτε αγγίξεις το κορμί σου και το ‘βρεις τσακισμένο απ’ τισ πληγές) και Underground με strass. Με επιστολή του, στο υφυπουργείο της νέας γενιάς, ξεμπροστιάζει την υποκρισία των ιθυνόντων.
Το να είσαι ροκ είναι ένας ρόλος καταγγέλοντος και αυτόν τον έπαιξε τέλεια. Για τα μπλουζ όμως χρειάζεται να είσαι πολύγλωσσος στην ψυχή και ο Παύλος ήταν. Ένωσε το ρεμπέτικο με τη ροκ και δημιούργησε το πρώτο ελληνικό μπλουζ. Στην ουσία ένωσε δύο κόσμους φαινομενικά αντίθετους, αλλά με κοινά στοιχεία την «καταγγελία» και τον «έρωτα».
Ανθρώπινο πάθος, αδυναμία, δημιουργία και διανόηση.
από τον Σπύρο Χρυσικόπουλο
Έχε το νου σου στο… παιδί
Στις 6 Δεκέμβρη του 1990, σε ένα διαμέρισμα στο Νέο Κόσμο, έφυγε κατά τη δική μου υποκειμενική άποψη ο “Πατέρας του Ελληνικού Ροκ”. Φτιαγμένος από ένα παράξενο όσο και σπάνιο μείγμα, αφού από την πλευρά της μητέρας του Τζένης ήταν ανιψιός της Έλλης Αλεξίου και της Γαλάτειας Καζαντζάκη. Ο πατέρας του Κώστας ήταν γόνος μεγαλοαστικής οικογένειας καπνεμπόρων του Πόντου, ενώ είχε και βιομηχανία παραγωγής χαρτιού.
Ο πρίγκιπας λοιπόν της πλατείας, ήταν αυτός που άρχισε πέρα από τη μουσική του να έχει ανησυχίες για την ίδια τη ζωή. Θα ήθελα να έπινα έναν καφέ με τον καλύτερο του φίλο, τον Μήτσο τον Πουλικάκο. Ή με τους συνεργάτες του από τα συγκροτήματα που συμμετείχε. Θα μπορούσε να τον χαρακτηρίσει κανείς Αναγεννησιακό Ήρωα, αφού ενώ έδειχνε φιλάσθενος ήταν ταυτόχρονα και πολύ όμορφος. Ήταν καλλιτέχνης δεν ήταν μόνο τραγουδιστής. Ήταν performer πάνω στη σκηνή, κοίταζε να σε διασκεδάσει συνολικά, όχι μόνο να βγάλει την υποχρέωση με το να τραγουδήσει.
Ενώ ήταν και ωραίος τύπος, δεν είχε τίποτα μίζερο πάνω του, ήταν ανοιχτός στην ίδια τη ζωή και τις προκλήσεις της. Πολιτικά ο ίδιος ανήκε στην Αριστερά, πράγμα που δεν έκρυψε ποτέ, ωστόσο ήταν ανένταχτος, ανήσυχο πνεύμα. Δε θα πρέπει να ξεχάσει κάποιος, πως ήταν ο πρώτος που μίλησε ανοιχτά για την ηρωίνη. Είχε κάνει ομιλίες σε αμφιθέατρα και όχι μόνο, παρά το γεγονός πως ο ίδιος έκανε χρόνια και συατηματική χρήση. Όπως είπε σε μια τηλεοπτική του συνέντευξη, ένας από τους μουσικούς που συνεργάστηκαν έπινε γιατί δεν μπορούσε να αντέξει όλο αυτό που ζούσε και πλήρωσε το μάρμαρο των προηγούμενων γενεών.
Άλλο ένα θέμα ταμπού στο οποίο είχε βγει μπροστά, ήταν τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων και γενικά των “διαφορετικών” ανθρώπων. Σε μια από τις συναυλίες που είχε διοργανώσει το περιοδικό Κράξιμο της ιστορικής τρανς περσόνας Πάολας Ρεβενιώτη, ο Παύλος μίλησε ανοιχτά πάνω στη σκηνή για το θέμα αυτό. Πράγμα που δείχνει, πως η ροκ μουσική δεν γνωρίζει σύνορα. Αλλά και πως ο ίδιος, ήταν κάτι παραπάνω από ένας απλός καλλιτέχνης σε δύσκολους καιρούς για την ελληνική κοινωνία, πριν και κατά τη διάρκεια της μεταπολίτευσης.
Δεν υπάρχει θρανίο σε σχολικά και πανεπιστημιακά ιδρύματα, που να μην έχει γραμμένους στίχους από τραγούδια του, αφού εξέφραζαν πάντα την επαναστατημένη και ανήσυχη νεολαία, αυτή που τοποθετείται εκτός των στερεότυπων. Ποιος δεν έχει τραγουδήσει τον Μπάμπη τον Φλου, το ’69, το Άντε και Καλή Τύχη Μάγκες.. ποιος δε θεωρεί κορυφαίο ερωτικό τραγούδι το “στην Κ”Ενώ θα πρέπει να γίνει και η ερώτηση ποιος δεν έχει βγει ξανά σε δρόμους της φωτιάς με τον Ηλεκτρικό Θησέα. Από το καλοκαίρι του 1990 όταν άρχισε να παραλύει το αριστερό του χέρι ήταν λες και είχε αποφασίσει να φύγει για τον ουρανό με ένα άρμα όπως αυτά που είχαν οι ήρωες της Αναγέννησης. Έτσι και έγινε.
Η επιλογή λοιπόν του τραγουδιού είναι καθαρά προσωπική και υποκειμενική, αφού αν γλυτώσει το παιδί υπάρχει ελπίδα. Όταν γεννήθηκε ο γιος μου τον Νοέμβρη του 2018, σε μια από τις επισκέψεις στο κέντρο της Αθήνας κάναμε με την αδελφή μου μια επίσκεψη στο Πολυτεχνείο. Με στόχο να αποτίσουμε φόρο τιμής στα παιδιά που πάλεψαν και έχασαν τη ζωή τους για ένα καλύτερο αύριο, δικό τους αλλά και της χώρας. Άκουσα να παίζει από τα μεγάφωνα αυτό το τραγούδι, με συγκίνησε αλλά και με άγγιξε, αφού είναι πέρα για πέρα αληθινό.
Όποτε μπαίνει ο Δεκέμβριος με πιάνει αυτή η ιδιαίτερη και ωραία μελαγχολία, αφού είναι αθώα νοσταλία να θυμάσαι πρόσωπα που χαρακτήρισαν τον εσωτερικό μας κόσμο, ο καθένας με τον δικό του ξεχωριστό τρόπο.
Τέτοιος ήταν ο Παύλος, ο δικός μας Πρίγκιπας.
ΠΑΥΛΟΣ ΣΙΔΗΡΟΠΟΥΛΟΣ-ιστορική καταγραφή
Ο Παύλος Σιδηρόπουλος γεννήθηκε στις 27 Ιουλίου 1948 στην Αθήνα και είχε μεγαλοαστική καταγωγή Ο πατέρας του Κώστας διατηρούσε βιοτεχνία παραγωγής χαρτιού και πολιτικά ανήκε στην αριστερά. Από την πλευρά της μητέρας του, Τζένης, ήταν δισέγγονος του Αλέξη Ζορμπά και ανιψιός της πεζογράφου και παιδαγωγού Έλλης Αλεξίου και της Γαλάτειας Καζαντζάκη, λογοτέχνιδος και πρώτης συζύγου του συγγραφέα Νίκου Καζαντζάκη.
Ήλθε σε επαφή με το ροκ κάπου στα μέσα της δεκαετίας του ’60 μέσα από τις επιτυχίες των Animals και έγινε φανατικός ακροατής της νέας μουσικής, πηγαίνοντας σε συναυλίες ελληνικών συγκροτημάτων της εποχής όπως οι Charms.
Πέρασε στο Μαθηματικό Τμήμα του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Σε μια έντονα πολιτικοποιημένη περίοδο, λόγω της χούντας, ο Σιδηρόπουλος ένοιωθε απογοητευμένος από τις φοιτητικές οργανώσεις της εποχής, ενώ σταδιακά εγκατέλειψε τις σπουδές του.
Από το 1969 που δημιούργησε με τον Παντελή Δεληγιαννίδη το συγκρότημα-ντουέτο Δάμων και Φιντίας, μέχρι το 1974 που διέλυσε τα Μπουρμούλια ήταν η πρώιμη μουσική περίοδός του.
Κατά τη διάρκεια της έντονα πολιτικοποιημένης περιόδου της μεταπολίτευσης που ακολούθησε την πτώση της χούντας το 1974 το ενδιαφέρον του κοινού είχε επικεντρωθεί στο πολιτικό τραγούδι και το ροκ είχε περάσει στο περιθώριο. Ο Σιδηρόπουλος συνεργάστηκε με έναν από τους κορυφαίους εκπροσώπους του πολιτικού τραγουδιού, τον συνθέτη Γιάννη Μαρκόπουλο.
Αν και ο Σιδηρόπουλος ένοιωθε καλλιτεχνικά τελματωμένος κατά τη διάρκεια της συνεργασίας του με τον Μαρκόπουλο, η περίοδος εκείνη ήταν σημαντική για την προσωπική του ζωή. Την άνοιξη του 1976 πήρε απαλλαγή από τη στρατιωτική θητεία για ψυχολογικούς λόγους. Λίγο αργότερα, μέσα από μια σύντομη σχέση με μια κοπέλα ονόματι Κάθυ, για την οποία έγραψε το τραγούδι “Για την Κ”, ο Σιδηρόπουλος θα γνώριζε τη συμμαθήτρια της Γιόλα Αναγνωστοπούλου με την οποία θα έμεναν μαζί μέχρι το 1980. Κατά την περίοδο της σχέσης του με την Αναγνωστοπούλου φαίνεται να ξεκίνησε να κάνει χρήση ηρωίνης.
Έτσι έκλεισε η πρώτη περίοδος της συνεργασίας του με τον Μαρκόπουλο, στην οποία ο Σιδηρόπουλος τα επόμενα χρόνια θα αναφερόταν αρνητικά σε συνεντεύξεις του, χαρακτηρίζοντας την μια νεκρή περίοδο για τον ίδιο. Όμως αργότερα, στα τέλη του 1986, οι δύο τους θα συνεργάζονταν ξανά και αυτό αποδεικνύει τον επηρεασμό του Σιδηρόπουλου από τον μεγάλο έλληνα μουσικοσυνθέτη.
Το 1977 γνωρίστηκε με τον σκηνοθέτη Ανδρέα Θωμόπουλο, ο οποίος εντυπωσιάστηκε από τον Παύλο και προσάρμοσε το σενάριο της επόμενης ταινίας του, Ο Ασυμβίβαστος, στον χαρακτήρα του. Ο Σιδηρόπουλος δέχθηκε να πρωταγωνιστήσει, παρά τις επιφυλάξεις του για το σενάριο, ενώ τραγουδούσε και όλα τα τραγούδια της ταινίας. Τα γυρίσματα έγιναν το 1977 και τη γενική επιμέλεια της μουσικής επένδυσης της ταινίας είχε ο συνθέτης ηλεκτρονικής μουσικής Γιώργος Θεοδωράκης, γιος του Μίκη. Ο τελευταίος έγραψε και ένα τραγούδι για την ταινία, το “Κάποτε θα ‘ρθουν” σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου. Τέσσερα τραγούδια για το σάουντρακ έγραψε και ο Θωμόπουλος, ανάμεσα τους τη μπαλάντα “Να μ’αγαπάς” το οποίο αρχικά δεν ακούστηκε ιδιαίτερα αλλά μετά το θάνατο του Σιδηρόπουλου έγινε πολύ δημοφιλές στο ραδιόφωνο και διασκευάστηκε από διάφορους καλλιτέχνες.[/vc_column_text][vc_column_text][gem_youtube style=”5″ video_id=”nanUHZtxJY4″][/vc_column_text][vc_column_text]Στην καριέρα του ως ηθοποιού περιλαμβάνεται και μια τηλεοπτική εμφάνιση στο σήριαλ του Κώστα Φέρρη Οικογένεια Ζαρντή (ΕΡΤ, 1982) όπου έπαιζε το ρόλο ενός οπιομανούς γαλλοθρεμμένου αστού των αρχών του 20ου αιώνα.
Στα μέσα της δεκαετίας του ’70 ο Σιδηρόπουλος γνωρίστηκε μέσω του Δημήτρη Πουλικάκου με το συγκρότημα Σπυριδούλα και το 1978 ηχογραφήθηκε το ιστορικό άλμπουμ Φλου. Οι ηχογραφήσεις σύμφωνα με μαρτυρίες ήταν δύσκολες, με τον Σιδηρόπουλο να έρχεται σε ρήξη με το άπειρο συγκρότημα, εν μέρει λόγω των προβλημάτων εθισμού που ήδη είχε. Ο δίσκος κυκλοφόρησε καθυστερημένα τον Μάιο του 1979. Η υποδοχή του από τον ειδικό τύπο ήταν γενικά θετική. Οι πωλήσεις όμως ήταν απογοητευτικές και δεν ξεπέρασαν τις 5.000. Τα επόμενα χρόνια όμως η αποδοχή και οι πωλήσεις του Φλου θα αυξάνονταν θεαματικά, με το δίσκο να κάνει διαρκείς επανεκδόσεις, ενώ το 1992 ψηφίστηκε από τους συντάκτες του περιοδικού Ποπ+Ροκ ως το “καλύτερο άλμπουμ στην ιστορία της ελληνικής ροκ σκηνής”.
Το 1980 ο Παύλος Σιδηρόπουλος κατέληξε σε ένα σχήμα που με λίγες αλλαγές παίζει μαζί του μέχρι το τέλος, τους Απροσάρμοστους. Μαζί ηχογραφούν μια σειρά σημαντικών δίσκων και έχουν συνεχή ζωντανή παρουσία. Το 1982 κυκλοφορούν το σπουδάιο Εν λευκώ. Τα τραγούδια “Η” και “Αντεργκράουντ με στρας” λογοκρίνονται, για “προτροπή στη χρήση ναρκωτικών” και το τραγούδι “Ύστατη στιγμή” για “προσβολή της δημοσίας αιδούς”. [/vc_column_text][gem_image position=”centered” src=”5509″][vc_column_text]Το 1985 κυκλοφορούν το Zorba the freak που εκτός των άλλων περιλαμβάνει το “Σοβαροί κλόουν”, ελεγεία της σκοτεινής πλευράς της ψυχής του Παύλου, ένα νταρκ αρισοτύργημα, επιρροή από το “Ουρλιαχτό” του Allen Ginsberg, μεγάλου αμερικάνου ποιητή της γενιάς της beat λογοτεχνίας. [/vc_column_text][vc_column_text][gem_youtube style=”5″ video_id=”PT-WXKsIfY0″][/vc_column_text][vc_column_text]Το 1987 πραγματοποιεί μια συγκλονιστική εμφάνιση στο Ηρώδειο στη συναυλία του Γιάννη Μαρκόπουλου Τολμηρή επικοινωνία, ερμηνεύοντας τραγούδια σε στίχους του Δημήτρη Βάρου και απαγγέλοντας ποιήματα του ιδίου από το βιβλίο Θηρασία.
Το 1988 συμμετέχει στο δίσκο Ηλεκτρικός Θησέας (μουσική Γιάννης Μαρκόπουλος, στίχοι Δημήτρης Βάρος).
Το 1989 κυκλοφορεί το Χωρίς μακιγιάζ (ηχογραφημένος ζωντανά στο συναυλιακό χώρο Μετρό).
Το καλοκαίρι του 1990 άρχισε να παραλύει το αριστερό του χέρι. Το πρόβλημα με την υγεία του και ο θάνατος της μητέρας του λίγους μήνες πριν, τον έκαναν ψυχολογικό ράκος. Το φθινόπωρο το συγκρότημα άρχισε τις συνηθισμένες του εμφανίσεις στο κλαμπ Αν όπου ο Σιδηρόπουλος εμφανιζόταν με το χέρι δεμένο. Έχοντας αρκετά νέα τραγούδια και μερικά παλιά ακυκλοφόρητα σε νέες ενορχηστρώσεις, άρχισαν να ηχογραφούν το υλικό αυτό, ενώ συγχρόνως είχαν προγραμματίσει σειρά ζωντανών εμφανίσεων για το Δεκέμβριο.
Το μεσημέρι της 6ης Δεκεμβρίου ο Σιδηρόπουλος βρέθηκε στο σπίτι μιας άλλης φίλης του στο Νέο Κόσμο σε κωματώδη κατάσταση λόγω υπερβολικής δόσης ηρωίνης και λίγο μετά ξεψύχησε στο ασθενοφόρο καθοδόν προς το νοσοκομείο Ευαγγελισμός. Κηδεύτηκε στον Κόκκινο Μύλο. O Αλέκος Αράπης, μπασίστας των Απροσάρμοστων, έχει εκφράσει την υπόθεση πως ο Σιδηρόπουλος πήρε εσκεμμένα υπερβολική δόση με σκοπό να αυτοκτονήσει λόγω των προβλημάτων με το χέρι του, με βάση μια συζήτηση που είχαν λίγους μήνες πριν από το θάνατο του.
Το 1991 οι Απροσάρμοστοι κυκλοφόρησαν τον δίσκο Άντε και καλή τύχη μάγκες, όπου ορισμένα τραγούδια είχε προλάβει να τα ηχογραφήσει ο Παύλος Σιδηρόπουλος και τα υπόλοιπα τα ερμήνευσαν διάφοροι καλλιτέχνες. Μεταξύ αυτών οι Γιάννης Γιοκαρίνης, Γιάννης Αγγελάκας και Χάρης και Πάνος Κατσιμίχας. Το 1992 κυκλοφορεί ο δίσκος Τα μπλουζ του πρίγκηπα. Ο δίσκος αυτός περιέχει πειραματικές ηχογραφήσεις που έγιναν από το 1979 ως το 1981. Ήταν ο καρπός των προσπαθειών που είχαν ξεκινήσει από το 1972. Εδώ ο Παύλος Σιδηρόπουλος παντρεύει το μπλουζ με το ρεμπέτικο. Το 1994 κυκλοφορεί ο διπλός δίσκος Εν αρχή ην ο λόγος, με ζωντανές ηχογραφήσεις από το 1978 μέχρι το 1989, την απαγγελία ενός κειμένου που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Μουσική και απόσπασμα από μια συνέντευξή του στην ΕΤ2. Πολλά από τα τραγούδια του δίσκου εκδόθηκαν για πρώτη φορά.
Τραγούδια από την τελευταία ηχογραφημένη συναυλία του Παύλου Σιδηρόπουλου με τους Απροσάρμοστους, που πραγματοποιήθηκε στο An Club στην Αθήνα στις 16-17 και 23-24 Μαρτίου του 1990, κυκλοφόρησαν τον Οκτώβριο του 2017 σε συλλεκτική έκδοση βινυλίου με τη συγκατάθεση των φίλων και συνεργατών του Παύλου Σιδηρόπουλου, Οδυσσέα Γαλανάκη, Αλέκου Αράπη και Κυριάκου Δαρίβα
Δισκογραφία
-
Το ξέσπασμα/O κόσμος τους (Zodiac) 1970
-
Ο Γερο-Μαθιός (Zodiac) 1971
-
Ο Ντάμης ο σκληρός/Aπογοήτευση (Zodiac) 1972
-
Φλου (ΕΜΙ) 1978
-
Εν λευκώ (ΕΜΙ) 1982
-
Zorba the freak (ΕΜΙ) 1985
-
Παύλος Σιδηρόπουλος (EMI) 1987
-
Χωρίς μακιγιάζ - Ζωντανή ηχογράφηση (MBI) 1989
-
Άντε και καλή τύχη μάγκες (ΕΜΙ) 1991
-
Τα μπλουζ του πρίγκηπα (MBI) 1992
-
Παύλος Σιδηρόπουλος (EMI) 1993
-
Εν αρχή ην ο λόγος (7η Διάσταση) 1994
-
Ο ασυμβίβαστος και πέντε σπάνια τραγούδια (Lyra) 1994
-
Ταξιδεύοντας (7η Διάσταση) 1996
-
Επιτυχίες (ΜΒΙ) 1997
-
Στιγμές (Δίφωνο) 1997
-
Day after Day 2001 (ΕΜΙ, EP με δύο ανέκδοτα τραγούδια)
-
Τα τραγούδια του Παύλου (EMI) 2002 (Συλλογή)