ΕπικαιρότηταΈχω φωνήΚοινωνία

    Το έγκλημα συντελέσθη, η τραγωδία εξελίσσεται

    Πότε το δίκιο έγινε εχθρός των θεσμών; Πότε τα κεκτημένα δικαιώματα βαφτίστηκαν παραλογισμός; Ερωτήματα που επιστρέφουν κάθε φορά που η κοινωνία μας συγκλονίζεται από μια τραγωδία. Και η απάντηση δεν βρίσκεται στα επίσημα έδρανα ούτε στα μεγάλα λόγια, αλλά στα δάκρυα των ανθρώπων, στην αγωνία των οικογενειών, στην κραυγή των πενθούντων.

    Ο Πάνος Ρούτσι, πατέρας του Ντένις (θύμα των Τεμπών), μετατρέπει τον πόνο σε συλλογική φωνή. Η απεργία πείνας που ξεκίνησε έξω από το κοινοβούλιο δεν είναι ρητορεία, ούτε εκβιασμός, είναι η απεγνωσμένη κραυγή για αλήθεια. Το αίτημα για εκταφή, οι τοξικολογικές εξετάσεις, η διαλεύκανση του εγκλήματος των Τεμπών. Ο πόνος του δεν μένει ιδιωτικός, γίνεται μοχλός πίεσης για να μην θαφτεί η ανάμνηση του παιδιού του στη σιωπή των επίσημων ανακοινώσεων. Θρηνεί το παιδί του και η φωνή του είναι η ίδια η απώλεια, ο πόνος που ρέει σα δηλητήριο στο αίμα του και διαλύει την καταπονημένη του καρδιά. Οι λυγμοί του γίνονται κατακραυγή. Η απόγνωση δυναμώνει το πένθος, ο θρήνος ξεπερνάει τις λέξεις και μετατρέπεται σε σύμβολο μιας κοινωνίας που ζητά απαντήσεις, που απαιτεί σεβασμό, που δεν αντέχει άλλο να βλέπει το δίκιο να συνθλίβεται κάτω από τις σκοπιμότητες και τη ρητορική των ισχυρών.

    Συμπαραστάτες οι καθημερινοί άνθρωποι, που συναισθάνονται τον πόνο, που νιώθουν την αδικία. Γίνονται στήριγμα, με δάκρυα στα μάτια αγκαλιάζουν το μεγαλείο ενός ανθρώπου που δείχνει τους δολοφόνους του παιδιού του και 56 ακόμα παιδιών να δολοφονεί και τον ίδιο. Και φυσικά η μάνα των Τεμπών, η Μαρία Καρυστιανού, που από την πρώτη στιγμή διεκδικεί ενεργά το δίκιο του νεκρού παιδιού της, με ανάστημα που και ο Σοφοκλής θα θαύμαζε, έγινε πυλώνας συλλογικής διεκδίκησης. Στέκει δίπλα στον πατέρα που η μάχη του συγκλονίζει άπαντες, εκτός από τους κυβερνούντες.

    Κι όσο οι έχοντες αξιώματα σιωπούν ή χειρότερα, εμπαίζουν με απαράμιλλη αναλγησία, τόσο ο απλός κόσμος γίνεται φως, αντίσταση, ελπίδα. Άνθρωποι χωρίς τίτλους και αξιώματα σκύβουν πάνω από τον πόνο, απλώνουν το χέρι, γίνονται οι φύλακες της ανθρωπιάς. Δεν ζητούν ανταλλάγματα ούτε χειροκροτήματα, νιώθουν απλώς το χρέος στο συνάνθρωπο. Και αυτό το χρέος τους αναδεικνύει σε φορείς αξιών που οι θεσμοί λησμόνησαν. Θυμίζουν σε όλους ότι η αλληλεγγύη δεν είναι ιδέα αλλά πράξη και η απάντηση είναι μία «να παραμένεις άνθρωπος».

    Οι συγγενείς και φίλοι που θρηνούν δεν είναι μόνο πένθιμες φιγούρες. Είναι ζωντανοί κατήγοροι απέναντι σε μια κυβέρνηση ανάλγητη, που δεν αρκέστηκε να σκοτώσει τα παιδιά τους, αλλά συνεχίζει να τα θάβει καθημερινά κάτω από ψέματα, υπεκφυγές, υποκρισία. Κάθε μέρα που περνάει χωρίς απόδοση ευθυνών, είναι ένα ακόμα χτύπημα στα πρόσωπα αυτών των γονιών.

    Και πάνω από όλα, υπάρχει ο φόβος μήπως κι αυτός ο πατέρας, όπως τόσοι άλλοι πριν από αυτόν, γίνει άλλη μία παράπλευρη απώλεια των σκοπιμοτήτων του συστήματος.

    Δεν ζητούν τίποτα παράλογο. Ζητούν το αυτονόητο, να μπουν οι εγκληματίες στη φυλακή. Να λογοδοτήσουν οι υπεύθυνοι. Να πάψει το δίκιο να πεθαίνει μαζί με τα παιδιά. Κι όταν η πολιτεία σωπαίνει, τότε είναι χρέος της κοινωνίας να φωνάξει πιο δυνατά. Εδώ δεν υπάρχει χώρος για μισόλογα. Υπάρχει μόνο το αίμα των παιδιών και η αλήθεια που κραυγάζει «δικαιοσύνη ή συνενοχή».

    Το χρέος είναι συλλογικό. Δεν αρκούν τα δάκρυα. Χρειάζεται να μετατρέψουμε τη συμπόνοια σε ενεργό συμμετοχή, σε πίεση, σε αγώνα για δικαιοσύνη. Γιατί κάθε φορά που ένα παιδί χάνεται και η ευθύνη θάβεται μαζί του, όλοι χάνουμε κάτι από την ψυχή μας. Η δικαιοσύνη δεν είναι πολυτέλεια ούτε προνόμιο λίγων. Είναι θεμέλιο της ίδιας της κοινωνίας. Κι αν οι θεσμοί το λησμονούν, τότε εναπόκειται στους πολίτες να το κρατήσουν ζωντανό. Με φωνές, με μνήμη, με αλληλεγγύη.

    «Στο μεταξύ, μας σκοτώνουν με μικρές δόσεις, πολύ ταχτικά, πολύ σιωπηλά, πολύ σοφά.
    Κάθε μέρα γυρίζουμε στο σπίτι μας για να θάψουμε ένα νεκρό,μια σκέψη, ένα αίσθημα.
    Σε λίγο δε θα χουμε τίποτε άλλο να κάνουμε παρά να κοιτάζουμε πως να βρούμε το ταΐνι μας,
    σαν τα σκυλιά και σαν τις γάτες, με μόνη τη διαφορά, το χειρότερο,
    πως θα κουβαλούμε μαζί μας τα υπολείμματα των ανθρώπων που ήμασταν»

    Γ. Σεφέρης

    Μόνο οι ανάλγητοι σιωπούν ακόμα. Μόνο τα μιάσματα δε συναισθάνονται, δε λυγίζουν μπροστά στο πένθος και τον αγώνα αυτών των ανθρώπων.

    Written by
    Αθηνά Παππά

    Αρθρογράφος σε θέματα οικονομικών, αυτοδιοίκησης, κεντρικής και κοινωνικής πολιτικής, μουσικής, προσώπων,

    Leave a comment

    Αφήστε μια απάντηση

    Related Articles

    ΕπικαιρότηταΝέα ΙωνίαΝέα της Πόλης

    Τη Δευτέρα 3 Νοεμβρίου τα σχολεία και ο Δήμος Νέας Ιωνίας λειτουργούν κανονικά

    Τις τελευταίες ημέρες έχουν κυκλοφορήσει, σε μέσα ενημέρωσης και κοινωνικά δίκτυα, δημοσιεύματα...

    Νέα της ΠόληςΕπικαιρότηταΧαλάνδρι

    Χωρίς θέματα η ειδική συνεδρίαση λογοδοσίας στο Δήμο Χαλανδρίου

    Δεν πραγματοποιήθηκε τελικά η 4η Ειδική Συνεδρίαση Λογοδοσίας της Δημοτικής Αρχής Χαλανδρίου,...

    ΕπικαιρότηταΕργασίαΕργασίαΚοινωνία

    ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΓΙΑ(150) ΘΕΣΕΙΣ ΓΕΝΙΚΩΝ ΚΑΘΗΚΟΝΤΩΝ ΣΤΟ ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΟ ΣΩΜΑ

    Ανακοινώθηκε η προκήρυξη διαγωνισμού για την πρόσληψη εκατόν πενήντα (150) Πυροσβεστών Γενικών...